pluralidad - ορισμός. Τι είναι το pluralidad
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι pluralidad - ορισμός


pluralidad      
Sinónimos
sustantivo
Antónimos
sustantivo
Expresiones Relacionadas
plétora: plétora, llenura
pluralidad      
sust. fem.
1) Multitud, copia y número grande de algunas cosas, o el mayor número de ellas.
2) Circunstancia de ser más de uno.
pluralidad      
pluralidad (del lat. "pluralitas, -atis") f. Circunstancia de ser más de uno: "El asunto tiene pluralidad de aspectos". *Multiplicidad.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για pluralidad
1. PLURALIDAD SOCIAL "Raza, religión, opción sexual" Los contenidos de RTVE serán reflejo de la pluralidad que define a la sociedad española.
2. En Alemania y Suecia, hay ejemplos similares de fructífera pluralidad.
3. La pluralidad te hace sentir la unidad, las prioridades...
4. Sólo las culturas locales pueden defender la pluralidad.
5. En nuestras páginas reflejamos una pluralidad de actores y mensajes.
Τι είναι pluralidad - ορισμός